Οσφυική Στένωση
Ορισμός
Η σπονδυλική στένωση είναι μια πολύ συχνή πάθηση της σπονδυλικής στήλης, η συχνότητα εμφάνισης της οποίας έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, παράλληλα με τη βελτίωση του προσδόκιμου ζωής στις δυτικές κοινωνίες. Πρόκειται για μια πάθηση που στις πιο βαριές μορφές της, αν αμεληθεί, ενέχει αρκετούς κινδύνους, που φτάνουν μέχρι βαριές μορφές παράλυσης
O σπονδυλικός σωλήνας σχηματίζεται από την τοποθέτηση των σπονδύλων του ένας πάνω στον άλλο. Τα πέταλα που έχουν οι σπόνδυλοι στην πίσω τους πλευρά σχηματίζουν ένα σωλήνα, που λέγεται σπονδυλικός σωλήνας. (φανταζόμαστε πολλoύς κρίκους τον ένα πάνω στον άλλο).Μέσα στο σωλήνα αυτό βρίσκεται ο νωτιαίος μυελός και τα νεύρα της ιππουρίδας. Στα πλάγια του σπονδυλικού σωλήνα υπάρχουν τα τρήματα από τα οποία εξέρχονται οι ρίζες των νεύρων.
Ως οσφυική στένωση περιγράφετε η στένωση του σπονδυλικού σωλήνα ή των πλάγιων τρημάτων απ’ όπου περνούν ο νωτιαίος μυελός ή τα νεύρα αντίστοιχα. Συνήθως οφείλεται σε πάχυνση των συνδέσμων και των αρθρώσεων που βρίσκονται ανάμεσα στα πέταλα. Οι εκφυλιστικές αυτές αλλοιώσεις στους συνδέσμους και τις οπίσθιος αρθρώσεις συνδυάζονται με εκφύλιση και καθίζηση στους δίσκους που βρίσκονται ανάμεσα στους σπονδύλους.
Η σπονδυλική στένωση διακρίνεται σε κεντρική και πλάγια.
Κεντρική σπονδυλική στένωση είναι η στένωση του κεντρικού σωλήνα της σπονδυλικής στήλης, ενώ πλάγια σπονδυλική στένωση είναι η στένωση των πλαγίων τρημάτων, από τα οποία εξέρχονται τα νεύρα από τη σπονδυλική στήλη.
Η σπονδυλική στένωση μπορεί να προκαλέσει νευρογενή διαλείπουσα χωλότητα και/ή ριζοπάθεια, δηλαδή πιεστικά φαινόμενα και βλάβη στην κατανομή κάποιας ρίζας που πιέζεται.
Η πάθηση ουσιαστικά οφείλεται σε εκφυλιστικές αλλοιώσεις και η συχνότητα καθώς και η βαρύτητά της αυξάνεται όσο αυξάνεται η ηλικία. Η κληρονομικότητα αποτελεί ένα προδιαθεσικό παράγοντα. Εμφανίζεται το ίδιο συχνά σε άνδρες και γυναίκες, ιδιαίτερα μετά την ηλικία των 50 ετών.
Οσφυϊκή Δισκοκήλη
Η κυριότερη αιτία εκδήλωσης της σπονδυλικής στένωσης είναι η φυσιολογική φθορά των σπονδύλων με την πάροδο των ετών. Με άλλα λόγια, η σπονδυλική στένωση είναι μια εκφυλιστική νόσος, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη των λεγόμενων οστικών ακάνθων και οστεοαρθρίτιδας. Όταν αναπτύσσονται αυτές οι οστικές δομές, καταλαμβάνουν χώρο πιέζοντας τα νεύρα.
Εκτός της ηλικίας, υπάρχουν γενετικοί παράγοντες, όπως όταν κάποιος γεννιέται με στενότερο σπονδυλικό σωλήνα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι σπόνδυλοι έχουν συγγενώς στενούς αυλούς. Με άλλα λόγια, ο διαθέσιμος χώρος σε αυτούς τους σπονδύλους είναι μικρότερος από το φυσιολογικό, με συνέπεια η σπονδυλική στένωση να εμφανίζεται συντομότερα και με βαρύτερα συμπτώματα.
Μια άλλη συνήθης αιτία, είναι οι κήλες του μεσοσπονδύλιου δίσκου, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν σπονδυλική στένωση σε νεότερους ανθρώπους ή να επιδεινώσουν το πρόβλημα μιας σπονδυλικής στήλης με οστεοαρθρίτιδα, περιορίζοντας περαιτέρω το διαθέσιμο χώρο για τα νεύρα.
Η πάχυνση και σκλήρυνση των συνδέσμων της σπονδυλικής στήλης, είναι ένα, επίσης, συχνό αίτιο σπονδυλικής στένωσης. Επί της ουσίας, αποτελεί μια άμυνα του οργανισμού, ο οποίος μέσα από μια φλεγμονώδη διαδικασία προκαλεί την πάχυνση των συνδέσμων που επιτρέπουν την κίνηση σπονδύλων για να περιορίσει την κινητικότητα της σπονδυλικής στήλης.
Άλλες αιτίες που προδιαθέτουν για σπονδυλική στένωση είναι οι παραμορφώσεις της σπονδυλικής στήλης, όπως η σκολίωση, οι οποίες, επίσης, επιταχύνουν την εκδήλωση της νόσου.
Σπανιότερο αίτιο σπονδυλικής στένωσης είναι οι όγκοι, οι οποίοι επίσης καταλαμβάνουν χώρο και πιέζουν τα νεύρα. Οι όγκοι αναπτύσσονται πολύ πιο γρήγορα σε σύγκριση με τον εκφυλισμό της σπονδυλικής στήλης και χρήζουν άμεσης χειρουργικής παρέμβασης.
Τέλος, τα κατάγματα της σπονδυλικής στήλης μπορούν να προκαλέσουν σπονδυλική στένωση είτε πρωτογενώς ή δευτερογενώς, καθώς έχουν ως συνέπεια την παρεκτόπιση οστικών τμημάτων των σπονδύλων, κατάσταση που, επίσης χρήζει άμεσης χειρουργικής αποκατάστασης.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Η σπονδυλική στένωση μπορεί να προκαλέσει πόνο στη μέση, τους γοφούς και τα κάτω άκρα. Τα συμπτώματα αυτά συνήθως καλυτερεύουν όταν ο ασθενής κάθεται ή όταν σκύβει. Χειροτερεύουν με την ορθοστασία, ιδιαίτερα όταν τεντώνει τη μέση προς τα πίσω.
Στη σπονδυλική στένωση ο πόνος στα πόδια συνήθως χειροτερεύει με το περπάτημα. Στην αρχή η διαλείπουσα χωλότητα είναι ήπια : εμφανίζεται σε μεγάλες αποστάσεις βάδισης πχ 500 – 1000 μέτρα. Σε πιο προχωρημένα στάδια, η απόσταση μειώνεται και ο ασθενής συνήθως δεν μπορεί να βαδίσει 50 με 100 μέτρα χωρίς να κάνει στάσεις για να καθίσει ή να ακουμπήσει κάπου και να σκύψει λίγο προς τα μπροστά για να ανακουφιστεί από τον πόνο στους γλουτούς και τα κάτω άκρα.
Όσο σοβαρότερη είναι η σπονδυλική στένωση, τόσο λιγότερο μπορεί κάποιος να βαδίσει ή να σταθεί όρθιος. Εκτός από τον πόνο μπορεί να υπάρχουν μουδιάσματα στην περιοχή των γλουτών, του μηρού, της κνήμης. Μερικές φορές μπορεί να επεκτείνονται έως τα δάκτυλα.
Μερικές φορές μετά από λίγο περπάτημα μπορεί να αισθάνεται ότι χάνει τη δύναμη στο πόδι του ή δεν το ελέγχει σωστά και σκοντάφτει εύκολα. Επιπλέον, μπορεί να εμφανιστεί αστάθεια στη βάδιση ή και πτώσεις. Σε σοβαρότερες περιπτώσεις η σπονδυλική στένωση μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην παράλυση των κάτω άκρων.
Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να υπάρχουν μουδιάσματα ή ελαττωμένη αισθητικότητα στην περιοχή των γεννητικών οργάνων ή του πρωκτού, ή και διαταραχές στις συνήθειες της ούρησης. Στις περιπτώσεις αυτές αναπτύσσεται, συνήθως αργά και ύπουλα, μια κατάσταση που ονομάζεται χρόνια ιππουριδική συνδρομή.
Η ιππουριδική συνδρομή είναι μία σοβαρή κατάσταση που οφείλεται σε βλάβη των νευρικών ριζών της ιππουρίδας που βρίσκονται στον σπονδυλικό σωλήνα στην περιοχή της μέσης. Διακρίνεται σε οξεία και χρόνια.
Η οξεία ιππουριδική συνδρομή μπορεί να προκληθεί από αιφνίδια συμπίεση της ιππουρίδας, όπως για παράδειγμα από μια μεγάλη δισκοκήλη. Ευτυχώς η ιππουριδική συνδρομή είναι μια σπάνια εκδήλωση της δισκοκήλης. Τα συμπτώματα της απότομης πίεσης που προκαλεί η κήλη στις ρίζες τις ιππουρίδας είναι:
1. αδυναμία ελέγχου της ούρησης και της αφόδευσης: οφείλονται σε διαταραχές τις λειτουργικότητας της κύστης και του εντέρου και μπορεί να
εκδηλωθούν με απώλεια ούρων ή και κοπράνων (ακράτεια).
2. αναισθησία στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, απώλεια ικανότητας στύσεως στους άνδρες.
3. μπορεί να υπάρχει παράλυση στα κάτω άκρα, ή και πόνος.
Στην χρόνια ιππουριδική συνδρομή η ανάπτυξη των συμπτωμάτων είναι αργή και ύπουλη. Ένα συχνό αρχικό σύμπτωμα είναι ότι ο πάσχων δεν προλαβαίνει να πάει στην τουαλέτα με αποτέλεσμα να βρέχεται. Μπορεί να υπάρχουν μουδιάσματα στην περιοχή του πρωκτού και των γεννητικών οργάνων και ελάττωση της δύναμης και της τονικότητας του σφιγκτήρα του πρωκτού. Αρχικά μπορεί η συμπτωματολογία να είναι ήπια και η εξέλιξη να είναι αργή, με αποτέλεσμα η διάγνωση να ξεφεύγει για αρκετό χρονικό διάστημα. Η χρόνια ιππουριδική συνδρομή οφείλεται συνήθως σε σπονδυλική στένωση. Πριν τεθεί η οριστική διάγνωση θα πρέπει να αποκλειστεί ότι η ακράτεια οφείλεται σε ουρολογικά (ή γυναικολογικά) αίτια. Σε δύσκολες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί ουροδυναμικός έλεγχος. Αυτή είναι μια ειδική εξέταση που μπορεί να διαπιστώσει την αιτία των προβλημάτων με την ούρηση.
Πώς αντιμετωπίζεται η ιππουριδική συνδρομή;
Η αντιμετώπισή της είναι χειρουργική και έχει σκοπό την αποσυμπίεση των νευρικών ριζών της ιππουρίδας. Στην οξεία ιππουριδική συνδρομή η επέμβαση είναι επείγουσα και θα πρέπει να γίνεται μέσα στις πρώτες 24 ώρες από την εκδήλωση των συμπτωμάτων.
Μετά την επέμβαση ακολουθεί ένα πρόγραμμα αποκατάστασης υπό την καθοδήγηση εξειδικευμένου φυσικοθεραπευτή. Η αποκατάσταση μπορεί να διαρκέσει από μερικές εβδομάδες έως και 1 με 2 χρόνια. Μετά τα δύο χρόνια οι πιθανότητες βελτίωσης μειώνονται σημαντικά. Σημαντικός παράγοντας για την αποκατάσταση είναι η έγκαιρη χειρουργική αντιμετώπιση. Ασθενείς με σοβαρή ιππουριδική συνδρομή που προκάλεσε πλήρη ακράτεια ούρων έχουν χειρότερη πρόγνωση, ακόμη και αν αντιμετωπιστούν χειρουργικά χωρίς καθυστέρηση.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Στη διάγνωση της σπονδυλικής στένωσης συμβάλλει
1)το ιστορικό
2) η κλινική εξέταση
3) απλές ακτινογραφίες οσφυικής μοίρας σπονδυλικής στήλης
4) καθώς και η μαγνητική τομογραφία Οσφυικής μοίρας σπονδυλικής στήλης
Στις περιπτώσεις που η τελευταία εξέταση δεν είναι δυνατή (π.χ βηματοδότης παλαιού τύπου) τότε μπορεί να αντικατασταθεί με ικανοποιητικά αποτελέσματα από αξονική τομογραφία. Εγκάρσιο εμβαδό σπονδυλικού σωλήνα μικρότερο των 75 mm2 είναι παθογνωμικό της στένωσης στην οσφυϊκή μοίρα.
Η διαλείπουσα χωλότητα μπορεί να οφείλεται και σε άλλα αίτια εκτός από την οσφυϊκή στένωση, και αυτή είναι μια αγγειακή νόσο των κάτω άκρων. Η διαφορική διάγνωση μεταξύ των 2 νοσημάτων, γίνεται με κλινικά κριτήρια και επιβεβαιώνεται από απεικονιστικές εξετάσεις. Συχνά βοηθάει σ’ αυτές τις περιπτώσεις η εξέταση από έναν αγγειοχειρουργό.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η οσφυϊκή στένωση παρουσιάζει υφέσεις και εξάρσεις στην κλινική της εικόνα, αλλά στην ουσία είναι ένα χρόνιο εκφυλιστικό φαινόμενο που εξελίσσεται προς το χειρότερο με την πάροδο του χρόνου. Ακόμα και αν τα συμπτώματα για μία περίοδο παύσουν, είναι σίγουρο ότι η φθορά της σπονδυλικής στήλης συνεχίζεται και ο σπονδυλικός σωλήνας στενεύει όλο και περισσότερο.
Συντηρητική αντιμετώπιση
Η αρχική προσέγγιση κάθε ασθενούς με σπονδυλική στένωση πρέπει να είναι συντηρητική, με σκοπό την βελτίωση της κλινικής συμπτωματολογίας του. Η συντηρητική αντιμετώπιση μπορεί να περιλαμβάνει την χρήση ειδικού κηδεμόνα ή ζώνης οσφύος, φυσικοθεραπεία, ασκήσεις, ενέσεις κορτικοειδών ή στεροειδών, αντιφλεγμονώδη και αναλγητικά φάρμακα. Πρέπει να τονιστεί πως στόχος της συντηρητικής αντιμετώπισης είναι η ανακούφιση από τον πόνο, η βελτίωση της διαλείπουσας χωλότητας και γενικότερα της ποιότητας ζωής του ασθενούς, όμως είναι αδύνατη η διάνοιξη του σπονδυλικού καναλιού με συντηρητικά μέσα. Ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών με σπονδυλική στένωση έχουν ικανοποιητική ανταπόκριση στην συντηρητική θεραπεία και δεν απαιτείται χειρουργική επέμβαση. Η αποτελεσματικότητα της συντηρητικής αντιμετώπισης κρίνεται σε διάστημα 3-6 μηνών, όπου αν δεν υπάρχει καμία βελτίωση της ποιότητας ζωής του ασθενούς, τότε θα πρέπει να προσφύγει στην χειρουργική λύση.
Ο κηδεμόνας που χρησιμοποιείται για την σπονδυλική στένωση είναι ο αντιλορδωτικός, που στοχεύει στο να περιορίσει την οσφυϊκή λόρδωση, η οποία μειώνει το εύρος του σπονδυλικού σωλήνα. Υπάρχουν ερευνητικές αποδείξεις πως σε μεγάλο ποσοστό των ασθενών οι πόνοι και η διαλείπουσα χωλότητα βελτιώνονται σημαντικά, όσο ο ασθενής φοράει τον κηδεμόνα. Στην περίπτωση που συνυπάρχει θωρακική κύφωση, στον κηδεμόνα δύναται να τοποθετηθούν αντηρίδες προσθίως για να μειώνουν ταυτόχρονα την κύφωση.
Η κλασσική φυσικοθεραπεία με την χρήση μηχανημάτων TENS, laser, διαθερμιών, υπερήχων κτλ. ενδεχομένως να προσφέρει μια παροδική ύφεση των συμπτωμάτων που όμως επανέρχονται σύντομα.
Οι ενέσεις κορτικοειδών και στεροειδών φαίνεται ότι παρέχουν ένα καλό βραχυπρόθεσμο αποτέλεσμα για μέγιστο 6 μηνών, η μακροχρόνια χρήση τους όμως είναι αμφισβητούμενη.
Τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη και αναλγητικά φάρμακα χρησιμοποιούνται κυρίως στις εξάρσεις του πόνου
Ο ρόλος των ασκήσεων είναι ιδιαίτερα σημαντικός σε άτομα με σπονδυλική στένωση και σε συνδυασμό με τον αντιλορδωτικό κηδεμόνα μπορούν να βελτιώσουν αισθητά την κλινική συμπτωματολογία του ασθενούς. Οι ασκήσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν ενδυνάμωση των εν τω βάθει στηρικτικών μυών της οσφυϊκής μοίρας και των μυών του πυελικού εδάφους (εγκάρσιος κοιλιακός, τετράγωνος οσφυϊκός, λαγονοψοϊτης, πολυσχιδής κ.α.), ασκήσεις μείωσης της λόρδωσης (εκπαίδευση οπίσθιας κλίσης της λεκάνης), εκπαίδευση εκτέλεσης καθημερινών δραστηριοτήτων χωρίς πρόκληση των συμπτωμάτων, ενίσχυση των μυών του άνω κορμού, διατάσεις θωρακικών, ασκήσεις ισορροπίας και ελέγχου στάσης.
Οι καμπτικές ασκήσεις βοηθούν γιατί οι άνθρωποι με σπονδυλική στένωση συνήθως ανακουφίζονται όταν σκύβουν προς τα εμπρός. Με το σκύψιμο (κάμψη) αυξάνεται η ευρυχωρία του σπονδυλικού σωλήνα και μειώνεται η πίεση στις ρίζες των νεύρων. Η κάμψη ανοίγει τα τρήματα των νεύρων και ελαττώνει την πίεση που ασκείται σε αυτά. Η έκταση κλείνει τα τρήματα και πιέζει τα νεύρα.
Κατά την κάμψη τα πέταλα που βρίσκονται στη πίσω πλευρά της σπονδυλικής στήλης απομακρύνονται το ένα από το άλλο με αποτέλεσμα οι σύνδεσμοι που υπάρχουν ανάμεσά τους τεντώνουν και λεπταίνουν. Αντίθετα, κατά την έκταση οι σύνδεσμοι αυτοί γίνονται παχύτεροι, αναδιπλώνονται και προβάλλουν προς το σπονδυλικό σωλήνα.
Οι ασκήσεις κάμψης συνήθως αποφεύγονται σε περιπτώσεις οξείας δισκοκήλης διότι αυξάνουν την πίεση στους δίσκους. Οι ασκήσεις αυτές πρέπει να γίνονται με προσοχή όταν υπάρχει σοβαρή οστεοπόρωση, και να αποφεύγονται όταν υπάρχουν συμπιεστικά κατάγματα στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης.
Η αερόβια γυμναστική, το περπάτημα και το ποδήλατο έχουν ευεργετικά αποτελέσματα σε ασθενείς με σπονδυλική στένωση. Καλό είναι να αποφεύγεται το περπάτημα σε έντονα κατηφορικό δρόμο.
Χειρουργική θεραπεία
Όταν παρά τη συντηρητική αγωγή, τα συμπτώματα είναι έντονα, επίμονα και περιορίζουν τις καθημερινές δραστηριότητες, τότε η μόνη θεραπευτική επιλογή είναι η χειρουργική επέμβαση. Στις περιπτώσεις που αναπτύσσεται εξελισσόμενη παράλυση στα κάτω άκρα ή απώλεια ούρων, η επέμβαση δεν θα πρέπει να καθυστερεί. Όσο νωρίτερα αποκατασταθεί η βλάβη, τόσο καλύτερα θα είναι τα αποτελέσματα της επέμβασης. Γενικά, περίπου το 80% των ανθρώπων που υποβάλλονται σε επέμβαση για τη σπονδυλική στένωση αναφέρουν καλά ή άριστα αποτελέσματα.
Η χειρουργική αντιμετώπιση είναι ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης σε προχωρημένα στάδια της στένωσης. Σκοπός της επέμβασης είναι να απελευθερωθούν οι πιεσμένες νευρικές ρίζες και η διεύρυνση του κεντρικού σωλήνα της σπονδυλικής στήλης.
Η κλασσικότερη χειρουργική επέμβαση για σπονδυλική στένωση είναι η πεταλεκτομή, κατά την οποία αφαιρείται το πέταλο του σπονδύλου για να διευρυνθεί ο σπονδυλικός σωλήνας. Όταν η στένωση περιλαμβάνει και τα πλάγια τρήματα συχνά επιλέγεται και τρηματεκτομή. Κατά το χειρουργείο μπορεί να γίνει δισκεκτομή σε περίπτωση κήλης μεσοσπονδύλιου δίσκου που προβάλλει προς το σπονδυλικό κανάλι. Εφόσον αυτό είναι δυνατόν, η διατήρηση των οπίσθιων σπονδυλικών αρθρώσεων μειώνει κάπως την πιθανότητα ιατρογενούς αστάθειας μετεγχειρητικά.
Η πεταλεκτομή με ή χωρίς συνοδό τρηματεκτομή τις περισσότερες φορές βελτιώνει σημαντικά τα συμπτώματα και δεν απαιτείται επιπλέον σταθεροποίηση της σπονδυλικής στήλης με σπονδυλοδεσία.
Οι απόλυτες ενδείξεις για σπονδυλοδεσία είναι η ταυτόχρονη ύπαρξη σημαντικής σπονδυλολίσθησης ή εκφυλιστικής σκολίωσης ή η υποψία αστάθειας μετά την αποσυμπίεση. Για την επίτευξη της σπονδυλοδεσίας τοποθετούνται βίδες και ράβδοι φτιαγμένα από μέταλλα όπως το τιτάνιο, και με χρήση οστικού μοσχεύματος είτε από τον ίδιο τον ασθενή (αυτομόσχευμα) ή εργαστηριακώς παρασκευασμένο οστικό μόσχευμα (αλλομόσχευμα). Το οστικό μόσχευμα κάνει ανάπτυξη νέου οστού και έτσι η σπονδυλοδεσία γίνεται μόνιμη και οριστική.
Την επομένη του χειρουργείου με τη βοήθεια του φυσιοθεραπευτή ο ασθενής κινητοποιείται, φορώντας τη ζώνη του. Μέχρι τότε, πρέπει να κινεί συνεχώς τα πόδια του στο κρεβάτι και γενικά να μην είναι ακίνητος, από φόβο μην πονέσει ή χαλάσει κάτι στην επέμβαση.
Μία από τις σοβαρότερες επιπλοκές σε κάθε χειρουργική επέμβαση είναι η φλεβική θρόμβωση στα πόδια και η πρόληψή της είναι η κίνηση των κάτω άκρων και η χρήση αντιθρομβωτικών καλτσών
Τέλος, πρόσφατη έρευνα έδειξε πως ένα σωστό πρόγραμμα άσκησης μετά την χειρουργική επέμβαση μπορεί να βελτιστοποιήσει το θεραπευτικό αποτέλεσμα.
Η μεγάλη ηλικία των ασθενών, συνήθως πάνω από 75 ετών, δεν αποτελεί αντένδειξη για αυτή την επέμβαση.
Αυξάνει κάπως τον κίνδυνο επιπλοκών από τη χορήγηση γενικής αναισθησίας και την παραμονή στο Νοσοκομείο. Επίσης, οι άνθρωποι αυτής της ηλικίας έχουν συχνά και άλλα παθολογικά προβλήματα στο ιστορικό τους πχ στεφανιαία νόσο, σακχαρώδη διαβήτη κλπ.
Ωστόσο, η εμπειρία έχει δείξει ότι, πολλοί άνθρωποι σε αυτές τις ηλικίες υποβάλλονται σε αυτή την επέμβαση χωρίς να παρουσιάσουν κάποιο πρόβλημα εφόσον έχουν προετοιμαστεί καλά πριν το χειρουργείο
Όσοι έχουν κάποιο σοβαρό παθολογικό πρόβλημα πχ στεφανιαία νόσο ή σακχαρώδη διαβήτη, πρέπει να έχει ρυθμιστεί
Ειδικά όσοι παίρνουν φάρμακα που επηρεάζουν την πήξη του αίματος όπως ασπιρίνη, κλοπιδογρέλη κλπ, αυτά πρέπει να έχουν σταματήσει 5-7 ημέρες πριν από τη χειρουργική επέμβαση. Ο λόγος είναι ότι μπορεί να προκαλέσουν αιμορραγία, είτε μέσα στο χειρουργείο είτε μετεγχειρητικά.
Αν είναι εντελώς απαραίτητο να πάρουν αυτά τα φάρμακα, θα πρέπει σε συνεννόηση με τον καρδιολόγο που σας παρακολουθεί, να αντικατασταθούν από υποδόριες ενέσεις ηπαρίνης.